Μια φυλή ζει απομονωμένη από τον κόσμο εδώ και χιλιάδες χρόνια και είναι διατεθειμένη
να κάνει τα πάντα για να συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο.
Κατοικεί σε ένα νησάκι της συστάδας των
Άνταμαν στον Κόλπο της Βεγγάλης και το μόνο που θέλει από όλους εμάς είναι να την αφήσουμε στην προϊστορική της ησυχία.
Όποιος δεν σεβαστεί τν επιθυμία των κατοίκων, θα γνωρίσει τη μήνη τους. Και μη γελιέστε από τα δόρατα, τα βέλη και τις πέτρες, οι Σεντινελέζοι είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματικοί στην απώθηση των εισβολέων.
Όποιος πάτησε εξάλλου στο νησί τους, το Βόρειο Σέντινελ, δεν γύρισε ζωντανός να μας πει πώς ήταν. Κι έτσι, παρά τους δορυφόρους, τη σύγχρονη τεχνολογία και τις απόπειρες του ινδικού κράτους να μάθουμε δυο πράγματα γι’ αυτούς, η ζωή τους αποτελεί σωστό μυστήριο. Κι αυτό γιατί έτσι το θέλησαν οι Σεντινελέζοι!
Λένε πως είναι μερικές εκατοντάδες κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες που ζουν όπως και οι πρόγονοί τους μερικές δεκάδες χιλιάδες χρόνια πρωτύτερα, παραμένοντας καθηλωμένοι στη Λίθινη Εποχή. Λένε πως έχουν δική τους γλώσσα και άλλα ήθη κι έθιμα απ τις λοιπές φυλές των Άνταμαν, αν και αυτές είναι εικασίες, περισσότερο ή λιγότερο ασφαλείς υποθέσεις κοντολογίς, αφού ακόμα και η ινδική κυβέρνηση το πήρε απόφαση κάποια στιγμή και τους άφησε στην ησυχία τους. Άλλωστε κι αυτό το «Σεντινελέζοι» είναι ένα όνομα για όλους εμάς, μιας και αγνοούμε πώς αποκαλούν οι ίδιοι τη φυλή τους.
Επικίνδυνους, πολεμοχαρείς και αιμοβόρους τους λένε όλοι οι απέξω, αν και είναι μάλλον απίθανο να εισβάλουν εκείνοι σε κάναν γείτονα. Εκείνοι δεν θέλουν απλώς επαφές με κανέναν, ούτε επίσημους αξιωματούχους, ούτε γειτονικές φυλές, ούτε ψαράδες και εμπόρους, ούτε επισκέπτες και τουρίστες.
Κάθε καταγεγραμμένο μάλιστα συναπάντημα με τους Σεντινελέζους διολίσθησε στην τραγωδία, μετρώντας θύματα και από τις δύο πλευρές, κι έτσι σήμερα η Ινδία έχει απαγορεύσει επισήμως κάθε σουλατσάρισμα στο Βόρειο Σέντινελ, επιβάλλοντας σωστό ναυτικό αποκλεισμό στα τρία μίλια από τις ακτές του, αφού κάθε επαφή ντόπιων και ξένων είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο πως θα καταλήξει σε σύγκρουση.
Ακόμα και μετά το τσουνάμι του Ινδικού Ωκεανού το 2004 που έπληξε και το δικό τους νησί, οι ντόπιοι ξεκαθάρισαν με τα τόξα και τα δόρατά τους στα ελικόπτερα και τα καράβια πως δεν ήθελαν τις διασωστικές αποστολές και τις φιλανθρωπικές δράσεις των ξένων. Γι’ αυτό και οι υπόλοιπες χώρες έχουν σπεύσει να εκδώσουν ταξιδιωτικές οδηγίες για το Βόρειο Σέντινελ, χαρακτηρίζοντάς το «άβατο για τους τουρίστες», «πιο επικίνδυνο μέρος του πλανήτη» και τέτοια υπέροχα.
Οι Σεντινελέζοι δεν γνωρίζουν άλλωστε από φίλους ή εχθρούς, όποιος πατήσει το πόδι του στο νησί τους, εσκεμμένα ή κατά λάθος, θα έχει την ίδια μοίρα, όποιες κι αν είναι οι προθέσεις του.
Παρά τις επίμονες όμως προσπάθειές τους να κρατήσουν τον πολιτισμό και την ιστορία τους μυστικά αφανέρωτα στους έξω, κάποια πράγματα είναι γνωστά για τον πλέον απομονωμένο πληθυσμό της υφηλίου, μια χούφτα ανθρώπων που συνεχίζουν να ζουν πεισματικά με τον δικό τους τρόπο στην ινδική επαρχία των Νήσων Άνταμαν και Νικομπάρ…
Σε έναν παρθένο τροπικό παράδεισο που κόβει την ανάσα! Το Βόρειο Σέντινελ του Ινδικού Ωκεανού περικυκλώνεται από κρυστάλλινα ζαφειρένια νερά και έναν υποθαλάσσιο δακτύλιο κοραλλιογενών υφάλων. Το νησάκι καλύπτεται από πυκνή τροπική βλάστηση (μαγκρόβια δάση), η οποία σταματά μόνο στις κατάλευκες παραλίες.
Ο μικρός αυτός παράδεισος κρύβει ωστόσο πολλά μυστήρια εντός του, λες και η πυκνή βλάστηση είναι επίτηδες εκεί. Διοικητικά ανήκει στην περιοχή του Νότιου Άνταμαν, ινδικής δικαιοδοσίας, αν και το ινδικό κράτος έχει σεβαστεί εδώ και χρόνια την επιθυμία τους να παραμείνουν ανέγγιχτοι και δεν τους ενοχλεί πια, παρακολουθώντας διακριτικά κάποιες φορές τα τεκταινόμενα από απόσταση ασφαλείας.
Το Βόρειο Σέντινελ βρίσκεται 36 χιλιόμετρα δυτικά του Νότιου Άνταμαν και απέχει 50 χιλιόμετρα από το Πορτ Μπλερ και καμιά 60αριά από το Νότιο Σέντινελ. Η έκτασή του κυμαίνεται στα 60 τετραγωνικά χιλιόμετρα και δεν έχει μάλιστα φυσικά λιμάνια, κάτι που διευκολύνει την απομόνωση των ντόπιων.
Αν και αυτό είναι μόνο η αρχή…
Οι γηγενείς φυλές των Νήσων Άνταμαν γνώριζαν για την ύπαρξη του Βόρειου Σέντινελ και είχαν μάλιστα και ξεχωριστό όνομα για το νησάκι. Διατηρούν φυσικά αρκετές πολιτισμικές συγγένειες με τους Σεντινελέζους, καθώς στις τόσες χιλιάδες χρόνια κάποιες επαφές υπήρξαν αναγκαστικά. Δεν ήταν ποτέ καλοδεχούμενες, υπήρξαν όμως.
Μια φυλή που κουβάλησαν μάλιστα οι Άγγλοι στα Άνταμαν κατά τον 19ο αιώνα προσπάθησε να αναπτύξει σχέσεις μαζί τους, τα παράτησαν όμως γιατί δεν καταλάβαιναν τη γλώσσα τους την ώρα που δέχονταν τις επιθέσεις των εξαγριωμένων Σεντινελέζων.
Ξέρουμε επίσης πως στον 11ο αιώνα ένας ισχυρός βασιλιάς των Ταμίλ κατέκτησε τις νήσους Άνταμαν και Νικομπάρ, για να τους χρησιμοποιήσει ως στρατηγικό ορμητήριο στις επιθέσεις του κατά της βουδιστικής αυτοκρατορίας της Σουμάτρας στην Ινδονησία, και πάλι όμως τους άφησε στην ησυχία τους.
Τα Άνταμαν λειτούργησαν επίσης ως προσωρινή ναυτική βάση για τα πολεμικά πλοία της Αυτοκρατορίας των Μαράθα κατά τον 17ο αιώνα. Από τότε συνδέθηκαν εξάλλου τα νησάκια με την Ινδία, αν και όλοι αυτοί φρόντισαν να κρατηθούν διακριτικά μακριά από τους εχθρικούς Σεντινελέζους.
Κάτι που δεν έκαναν οι Βρετανοί φυσικά, όταν και θα άρχιζαν οι πρώτες περιπέτειες με τους λευκούς. Ήταν ερευνητικό σκάφος της Εταιρίας Ανατολικών Ινδιών που πέρασε από τα ανοιχτά του Βόρειου Σέντινελ το 1771 και παρατήσε «μια πληθώρα φωτών». Είδαν βέβαια τους κατοίκους στην ακτή με τα δόρατα και τα τόξα την επομένη το πρωί, κι έτσι έβαλαν πλώρη για αλλού.
Η πρώτη πραγματική επαφή Βρετανών και Σεντινελέζων δεν θα γινόταν πριν από το 1880. Εντωμεταξύ, στα τέλη του 1867 ένα ινδικό εμπορικό, το «Νινευή», ναυάγησε σε έναν ύφαλο κοντά στις ακτές του Βόρειου Σέντινελ. Οι 106 επιζώντες βγήκαν στις ακτές και για μέρες απέκρουαν τις επιθέσεις των γηγενών, μέχρι να σωθούν μερικές δεκάδες νοματαίοι από πλοίο του βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού.
Μερικά χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1880, ένας κυβερνήτης της Εταιρίας Ανατολικών Ινδιών, κάποιος Μορίς Πόρτμαν, αποβιβάστηκε με το πλήρωμά του στις ακτές του Βόρειου Σέντινελ για να αναπτύξει επαφές με τους ντόπιους. Η αποστολή βρήκε ένα δίκτυο περασμάτων στη ζούγκλα και μια χούφτα από εγκαταλειμμένα χωριά. Λίγες μέρες αργότερα, έπιασαν έξι Σεντινελέζους, ένα ζευγάρι ηλικιωμένων και τέσσερα παιδιά, και τα απήγαγαν, κατά τη συνήθη τακτική τους αναφορικά με τις «πρωτόγονες» φυλές: άρπαζαν μερικά μέλη, τους φέρονταν καλά και τους έδιναν δώρα, πριν τους επιστρέψουν στη φυλή ελπίζοντας να συσφίξουν τις σχέσεις τους.
Τους πήγαν λοιπόν στο γειτονικό Πορτ Μπλερ, όπου όπως γράφει ο αποικιοκρατικός διοικητής «αρρώστησαν αμέσως και ο γέρος και η γυναίκα του πέθαναν, οπότε τα τέσσερα παιδιά επέστρεψαν στο σπίτι τους με ποσότητες δώρων». Ο Πόρτμαν γύρισε στο μυστηριώδες νησί τον Αύγουστο του 1883, όπως έκανε και το 1885 και το 1887, αν και δεν είδε άλλους γηγενείς, μιας και εκείνοι αποσύρονταν κάθε φορά στα ενδότερα.
Οι Βρετανοί σταμάτησαν λοιπόν να προσπαθούν και έστρεψαν την προσοχή τους στις σαφώς πιο φιλικές φυλές των άλλων Άνταμαν. Τη σκυτάλη πήραν αργότερα οι Ινδοί, στέλνοντας εξερευνητικές αποστολές με ρητές εντολές για δημιουργία σχέσεων με τους αυτόχθονες, χωρίς επιτυχία όμως.
Από το 1967 μάλιστα και μετά, η ινδική κυβέρνηση έστελνε σχεδόν κάθε χρόνο ένα πλοίο με δώρα και ελπίδες, αλλά και ισχυρή ένοπλη συνοδεία, αν και κάθε φορά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο: οι ντόπιοι αποσύρονταν γοργά στην ενδοχώρα και καμία πραγματική επαφή δεν έλαβε ποτέ χώρα.
Το Ινδικό Ναυτικό το προσπάθησε πάντως πολύ, με δεκάδες αποστολές που αγκυροβολούσαν στα ανοιχτά και άφηναν δώρα και προμήθειες για τους αυτόχθονες. Σύμφωνα με τις περιγραφές τους, καλοδέχονταν τα καλούδια, διατηρώντας πάντως την ίδια εχθρική διάθεση. Η πιο αποτυχημένη αποστολή στο νησί έγινε στις αρχές του 1974, όταν ένα συνεργείο του National Geographic, με ισχυρή αστυνομική προστασία, θέλησε να αποβιβαστεί στις ακτές για να τραβήξει μερικά πλάνα και, γιατί όχι, να τα πουν και λίγο με τους ντόπιους.
Το σκάφος το υποδέχτηκαν οι αυτόχθονες με καταιγισμό από βέλη, αναγκάζοντας τους ανθρωπολόγους να φύγουν άρον-άρον, όχι βέβαια προτού αφήσουν σε άλλη πλευρά του νησιού τα δώρα που είχαν φέρει για τους Σεντινελέζους: ένα πλαστικό αυτοκινητάκι, μερικές καρύδες, ένα ζωντανό γουρούνι, μια κούκλα και μια κατσαρόλα.
Το συνεργείο περίμενε στα ανοιχτά για να δει τι θα γίνει. Οι γηγενείς βγήκαν ξαφνικά από τη ζούγκλα και στη νέα ομοβροντία από βέλη τραυματίστηκε στον μηρό ο διευθυντής της αποστολής. Οι ντόπιοι γελούσαν με καμάρι την ώρα που κάποιοι άλλοι έσφαξαν και έθαψαν το γουρούνι και την κούκλα. Πήραν πάντως μαζί τους τις καρύδες και την κατσαρόλα.
Το 1975, ο βασιλιάς Λεοπόλδος Γ’ του Βελγίου αγκυροβόλησε στα ανοιχτά του Βόρειου Σέντινελ, στο πλαίσιο της κρουαζιέρας του στα Άνταμαν, τον συμβούλευσαν ωστόσο να μην πατήσει πόδι στις ακτές.
Έκτοτε, τόσο το 1977 όσο και το 1981, δύο εμπορικά πλοία ναυάγησαν στις ακτές του και οι διασωστικές αποστολές βρήκαν μερικές μέρες αργότερα μόνο τα γυμνά σκαριά τους. Λίγο αργότερα, ένα τρίτο πλοίο εξόκειλε λίγο έξω από τις ακτές και ο καπετάνιος ειδοποίησε μέσω ασυρμάτου για επείγουσα παροχή όπλων, μιας και έβλεπε στις ακτές τους Σεντινελέζους να φτιάχνουν σχεδίες με σκοπό να επιτεθούν!
Η καταιγίδα δεν επέτρεψε την παροχή συνδρομής, την ίδια ώρα ωστόσο η θαλασσοταραχή εμπόδισε και τους ντόπιους να τους προσεγγίσουν. Το πλήρωμα σώθηκε μια βδομάδα αργότερα από ελικόπτερο μιας ινδικής πετρελαϊκής.
Το 1980, μια ομάδα ανθρωπολόγων πήραν μερικούς κατοίκους από τα γειτονικά νησιά και αποβιβάστηκαν, πάντα με ένοπλη συνοδεία, στο Βόρειο Σέντινελ μπας και αναγνωρίσουν οι γείτονες καμιά λέξη της γλώσσας των Σεντινελέζων. Στις σύντομες και ιδιαιτέρως εχθρικές ανταλλαγές, κανείς δεν κατάλαβε έστω και μία λέξη από την ντοπιολαλιά του Βόρειου Σέντινελ.
Ένας ινδός ανθρωπολόγος πάντως, διευθυντής του Ανθρωπολογικού Ινστιτούτου της Ινδίας, είπε πως αυτός και οι συνεργάτες του έκαναν μια ειρηνική επαφή με τους Σεντινελέζους τον Ιανουάριο του 1991, αν και αυτή θα ήταν μια από τις τελευταίες απόπειρες της Ινδίας να μάθει τα ήθη και τα έθιμά τους. Κάθε επαφή Ινδών και Σεντινελέζων σταμάτησε επισήμως το 1997, καθώς μέχρι τότε οι απόπειρες είχαν κριθεί ολότελα αποτυχημένες.
Όπως μας λένε πάντως οι ινδικές αναφορές, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι ντόπιοι επέτρεπαν στις αποστολές να προσεγγίσουν στις ακτές και κάποιες φορές τους χαιρετούσαν κιόλας άοπλοι. Λίγα λεπτά μετά ωστόσο, όσο το σκάφος έκανε να πλησιάσει κι άλλο, οι γηγενείς τους προειδοποιούσαν με χειρονομίες και βέλη που εκτόξευαν στις βάρκες, χωρίς αιχμές όμως.
Οι Σεντινελέζοι επιβίωσαν από το καταστροφικό τσουνάμι του Ινδικού Ωκεανού το 2004, το οποίο έπληξε το νησί τους και το ανασήκωσε μάλιστα αρκετά μέτρα. Τρεις μέρες μετά τον σεισμό, ένα διασωστικό ινδικό ελικόπτερο πέταξε στο νησί για να επιθεωρήσει την κατάσταση, το υποδέχτηκαν όμως οι Σεντινελέζοι με βέλη και πέτρες.
Τελευταία τραγική επαφή, τον Ιανουάριο του 2006, όταν δύο ψαράδες παρασύρθηκαν από τα ορμητικά νερά και βγήκαν στις ακτές του Βόρειου Σέντινελ, όπου κατακρεουργήθηκαν κυριολεκτικά από τους γηγενείς. Το ελικόπτερο της Ινδικής Ακτοφυλακής που πήγε να περισυλλέξει τις σορούς δεν κατάφερε να προσγειωθεί, καθώς το υποδέχτηκαν ξανά με τα φαρμακερά τους βέλη.
Σχετικά κοντόσωμοι, με σκούρο δέρμα και αφρικανικά χαρακτηριστικά, οι Σεντινελέζοι μοιάζουν με τους άλλους πληθυσμούς των Άνταμαν, αν και ο πολιτισμός τους παραμένει εντελώς άγνωστος. Οι ανθρωπολόγοι θεωρούν πως είναι κοινωνίες τροφοσυλλεκτών, κυνηγών και ψαράδων και δεν έχουν εξελιχθεί σε επίπεδο υλικού πολιτισμού από τη Λίθινη Εποχή.
Ούτε αποδείξεις για καλλιέργειες έχουμε ούτε και για δικά τους μεταλλικά αντικείμενα. Χρησιμοποιούν πάντως με εφευρετικό τρόπο τα πράγματα που ξεβράζονται στις ακτές τους ή αρπάζουν από ναυάγια, ενσωματώνοντας συνήθως τον σίδηρο στην καθημερινότητά τους και βελτιώνοντας τα όπλα τους, το δόρυ κ το τόξο. Τα βέλη τους είναι μάλιστα τριών τύπων, ένα για ψάρεμα, ένα για κυνήγι και ένα για πόλεμο.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των Ινδών, ο αριθμός τους αποτελεί ζητούμενο. Οι επίσημες καταγραφές κάνουν λόγο από 50-400 νοματαίους, καθώς όλες οι απόπειρες απογραφής τους γίνονται αναγκαστικά από πολύ μακριά. Στην απογραφή του 2011, για παράδειγμα, μέτρησαν 15 ανθρώπους που κατέβηκαν ως την ακροθαλασσιά!
Παρά το γεγονός ότι είναι τυπικά ινδικό έδαφος, οι Σεντινελέζοι ζουν ελεύθεροι και ωραίοι με τον τρόπο που έχουν επιλέξει. Όπως λέει εξάλλου το ινδικό κράτος, λειτουργούν ανεξάρτητα και αυτόνομα, καθώς έχουν αναγκάσει ακόμα και τους «κηδεμόνες» τους να περιπολούν στα ανοιχτά του Βόρειου Σέντινελ για να αποτρέψουν κάθε επικοινωνία ξένου με δαύτους…
να κάνει τα πάντα για να συνεχίσει στο ίδιο μοτίβο.
Κατοικεί σε ένα νησάκι της συστάδας των
Άνταμαν στον Κόλπο της Βεγγάλης και το μόνο που θέλει από όλους εμάς είναι να την αφήσουμε στην προϊστορική της ησυχία.
Όποιος δεν σεβαστεί τν επιθυμία των κατοίκων, θα γνωρίσει τη μήνη τους. Και μη γελιέστε από τα δόρατα, τα βέλη και τις πέτρες, οι Σεντινελέζοι είναι ιδιαιτέρως αποτελεσματικοί στην απώθηση των εισβολέων.
Όποιος πάτησε εξάλλου στο νησί τους, το Βόρειο Σέντινελ, δεν γύρισε ζωντανός να μας πει πώς ήταν. Κι έτσι, παρά τους δορυφόρους, τη σύγχρονη τεχνολογία και τις απόπειρες του ινδικού κράτους να μάθουμε δυο πράγματα γι’ αυτούς, η ζωή τους αποτελεί σωστό μυστήριο. Κι αυτό γιατί έτσι το θέλησαν οι Σεντινελέζοι!
Λένε πως είναι μερικές εκατοντάδες κυνηγοί και τροφοσυλλέκτες που ζουν όπως και οι πρόγονοί τους μερικές δεκάδες χιλιάδες χρόνια πρωτύτερα, παραμένοντας καθηλωμένοι στη Λίθινη Εποχή. Λένε πως έχουν δική τους γλώσσα και άλλα ήθη κι έθιμα απ τις λοιπές φυλές των Άνταμαν, αν και αυτές είναι εικασίες, περισσότερο ή λιγότερο ασφαλείς υποθέσεις κοντολογίς, αφού ακόμα και η ινδική κυβέρνηση το πήρε απόφαση κάποια στιγμή και τους άφησε στην ησυχία τους. Άλλωστε κι αυτό το «Σεντινελέζοι» είναι ένα όνομα για όλους εμάς, μιας και αγνοούμε πώς αποκαλούν οι ίδιοι τη φυλή τους.
Επικίνδυνους, πολεμοχαρείς και αιμοβόρους τους λένε όλοι οι απέξω, αν και είναι μάλλον απίθανο να εισβάλουν εκείνοι σε κάναν γείτονα. Εκείνοι δεν θέλουν απλώς επαφές με κανέναν, ούτε επίσημους αξιωματούχους, ούτε γειτονικές φυλές, ούτε ψαράδες και εμπόρους, ούτε επισκέπτες και τουρίστες.
Κάθε καταγεγραμμένο μάλιστα συναπάντημα με τους Σεντινελέζους διολίσθησε στην τραγωδία, μετρώντας θύματα και από τις δύο πλευρές, κι έτσι σήμερα η Ινδία έχει απαγορεύσει επισήμως κάθε σουλατσάρισμα στο Βόρειο Σέντινελ, επιβάλλοντας σωστό ναυτικό αποκλεισμό στα τρία μίλια από τις ακτές του, αφού κάθε επαφή ντόπιων και ξένων είναι κάτι παραπάνω από σίγουρο πως θα καταλήξει σε σύγκρουση.
Ακόμα και μετά το τσουνάμι του Ινδικού Ωκεανού το 2004 που έπληξε και το δικό τους νησί, οι ντόπιοι ξεκαθάρισαν με τα τόξα και τα δόρατά τους στα ελικόπτερα και τα καράβια πως δεν ήθελαν τις διασωστικές αποστολές και τις φιλανθρωπικές δράσεις των ξένων. Γι’ αυτό και οι υπόλοιπες χώρες έχουν σπεύσει να εκδώσουν ταξιδιωτικές οδηγίες για το Βόρειο Σέντινελ, χαρακτηρίζοντάς το «άβατο για τους τουρίστες», «πιο επικίνδυνο μέρος του πλανήτη» και τέτοια υπέροχα.
Οι Σεντινελέζοι δεν γνωρίζουν άλλωστε από φίλους ή εχθρούς, όποιος πατήσει το πόδι του στο νησί τους, εσκεμμένα ή κατά λάθος, θα έχει την ίδια μοίρα, όποιες κι αν είναι οι προθέσεις του.
Παρά τις επίμονες όμως προσπάθειές τους να κρατήσουν τον πολιτισμό και την ιστορία τους μυστικά αφανέρωτα στους έξω, κάποια πράγματα είναι γνωστά για τον πλέον απομονωμένο πληθυσμό της υφηλίου, μια χούφτα ανθρώπων που συνεχίζουν να ζουν πεισματικά με τον δικό τους τρόπο στην ινδική επαρχία των Νήσων Άνταμαν και Νικομπάρ…
Πού ζουν οι Σεντινελέζοι
Σε έναν παρθένο τροπικό παράδεισο που κόβει την ανάσα! Το Βόρειο Σέντινελ του Ινδικού Ωκεανού περικυκλώνεται από κρυστάλλινα ζαφειρένια νερά και έναν υποθαλάσσιο δακτύλιο κοραλλιογενών υφάλων. Το νησάκι καλύπτεται από πυκνή τροπική βλάστηση (μαγκρόβια δάση), η οποία σταματά μόνο στις κατάλευκες παραλίες.
Ο μικρός αυτός παράδεισος κρύβει ωστόσο πολλά μυστήρια εντός του, λες και η πυκνή βλάστηση είναι επίτηδες εκεί. Διοικητικά ανήκει στην περιοχή του Νότιου Άνταμαν, ινδικής δικαιοδοσίας, αν και το ινδικό κράτος έχει σεβαστεί εδώ και χρόνια την επιθυμία τους να παραμείνουν ανέγγιχτοι και δεν τους ενοχλεί πια, παρακολουθώντας διακριτικά κάποιες φορές τα τεκταινόμενα από απόσταση ασφαλείας.
Το Βόρειο Σέντινελ βρίσκεται 36 χιλιόμετρα δυτικά του Νότιου Άνταμαν και απέχει 50 χιλιόμετρα από το Πορτ Μπλερ και καμιά 60αριά από το Νότιο Σέντινελ. Η έκτασή του κυμαίνεται στα 60 τετραγωνικά χιλιόμετρα και δεν έχει μάλιστα φυσικά λιμάνια, κάτι που διευκολύνει την απομόνωση των ντόπιων.
Αν και αυτό είναι μόνο η αρχή…
Οι πρώτες τραγικές επαφές
Οι γηγενείς φυλές των Νήσων Άνταμαν γνώριζαν για την ύπαρξη του Βόρειου Σέντινελ και είχαν μάλιστα και ξεχωριστό όνομα για το νησάκι. Διατηρούν φυσικά αρκετές πολιτισμικές συγγένειες με τους Σεντινελέζους, καθώς στις τόσες χιλιάδες χρόνια κάποιες επαφές υπήρξαν αναγκαστικά. Δεν ήταν ποτέ καλοδεχούμενες, υπήρξαν όμως.
Μια φυλή που κουβάλησαν μάλιστα οι Άγγλοι στα Άνταμαν κατά τον 19ο αιώνα προσπάθησε να αναπτύξει σχέσεις μαζί τους, τα παράτησαν όμως γιατί δεν καταλάβαιναν τη γλώσσα τους την ώρα που δέχονταν τις επιθέσεις των εξαγριωμένων Σεντινελέζων.
Ξέρουμε επίσης πως στον 11ο αιώνα ένας ισχυρός βασιλιάς των Ταμίλ κατέκτησε τις νήσους Άνταμαν και Νικομπάρ, για να τους χρησιμοποιήσει ως στρατηγικό ορμητήριο στις επιθέσεις του κατά της βουδιστικής αυτοκρατορίας της Σουμάτρας στην Ινδονησία, και πάλι όμως τους άφησε στην ησυχία τους.
Τα Άνταμαν λειτούργησαν επίσης ως προσωρινή ναυτική βάση για τα πολεμικά πλοία της Αυτοκρατορίας των Μαράθα κατά τον 17ο αιώνα. Από τότε συνδέθηκαν εξάλλου τα νησάκια με την Ινδία, αν και όλοι αυτοί φρόντισαν να κρατηθούν διακριτικά μακριά από τους εχθρικούς Σεντινελέζους.
Κάτι που δεν έκαναν οι Βρετανοί φυσικά, όταν και θα άρχιζαν οι πρώτες περιπέτειες με τους λευκούς. Ήταν ερευνητικό σκάφος της Εταιρίας Ανατολικών Ινδιών που πέρασε από τα ανοιχτά του Βόρειου Σέντινελ το 1771 και παρατήσε «μια πληθώρα φωτών». Είδαν βέβαια τους κατοίκους στην ακτή με τα δόρατα και τα τόξα την επομένη το πρωί, κι έτσι έβαλαν πλώρη για αλλού.
Η πρώτη πραγματική επαφή Βρετανών και Σεντινελέζων δεν θα γινόταν πριν από το 1880. Εντωμεταξύ, στα τέλη του 1867 ένα ινδικό εμπορικό, το «Νινευή», ναυάγησε σε έναν ύφαλο κοντά στις ακτές του Βόρειου Σέντινελ. Οι 106 επιζώντες βγήκαν στις ακτές και για μέρες απέκρουαν τις επιθέσεις των γηγενών, μέχρι να σωθούν μερικές δεκάδες νοματαίοι από πλοίο του βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού.
Μερικά χρόνια αργότερα, τον Ιανουάριο του 1880, ένας κυβερνήτης της Εταιρίας Ανατολικών Ινδιών, κάποιος Μορίς Πόρτμαν, αποβιβάστηκε με το πλήρωμά του στις ακτές του Βόρειου Σέντινελ για να αναπτύξει επαφές με τους ντόπιους. Η αποστολή βρήκε ένα δίκτυο περασμάτων στη ζούγκλα και μια χούφτα από εγκαταλειμμένα χωριά. Λίγες μέρες αργότερα, έπιασαν έξι Σεντινελέζους, ένα ζευγάρι ηλικιωμένων και τέσσερα παιδιά, και τα απήγαγαν, κατά τη συνήθη τακτική τους αναφορικά με τις «πρωτόγονες» φυλές: άρπαζαν μερικά μέλη, τους φέρονταν καλά και τους έδιναν δώρα, πριν τους επιστρέψουν στη φυλή ελπίζοντας να συσφίξουν τις σχέσεις τους.
Τους πήγαν λοιπόν στο γειτονικό Πορτ Μπλερ, όπου όπως γράφει ο αποικιοκρατικός διοικητής «αρρώστησαν αμέσως και ο γέρος και η γυναίκα του πέθαναν, οπότε τα τέσσερα παιδιά επέστρεψαν στο σπίτι τους με ποσότητες δώρων». Ο Πόρτμαν γύρισε στο μυστηριώδες νησί τον Αύγουστο του 1883, όπως έκανε και το 1885 και το 1887, αν και δεν είδε άλλους γηγενείς, μιας και εκείνοι αποσύρονταν κάθε φορά στα ενδότερα.
Οι Βρετανοί σταμάτησαν λοιπόν να προσπαθούν και έστρεψαν την προσοχή τους στις σαφώς πιο φιλικές φυλές των άλλων Άνταμαν. Τη σκυτάλη πήραν αργότερα οι Ινδοί, στέλνοντας εξερευνητικές αποστολές με ρητές εντολές για δημιουργία σχέσεων με τους αυτόχθονες, χωρίς επιτυχία όμως.
Από το 1967 μάλιστα και μετά, η ινδική κυβέρνηση έστελνε σχεδόν κάθε χρόνο ένα πλοίο με δώρα και ελπίδες, αλλά και ισχυρή ένοπλη συνοδεία, αν και κάθε φορά το αποτέλεσμα ήταν το ίδιο: οι ντόπιοι αποσύρονταν γοργά στην ενδοχώρα και καμία πραγματική επαφή δεν έλαβε ποτέ χώρα.
Το Ινδικό Ναυτικό το προσπάθησε πάντως πολύ, με δεκάδες αποστολές που αγκυροβολούσαν στα ανοιχτά και άφηναν δώρα και προμήθειες για τους αυτόχθονες. Σύμφωνα με τις περιγραφές τους, καλοδέχονταν τα καλούδια, διατηρώντας πάντως την ίδια εχθρική διάθεση. Η πιο αποτυχημένη αποστολή στο νησί έγινε στις αρχές του 1974, όταν ένα συνεργείο του National Geographic, με ισχυρή αστυνομική προστασία, θέλησε να αποβιβαστεί στις ακτές για να τραβήξει μερικά πλάνα και, γιατί όχι, να τα πουν και λίγο με τους ντόπιους.
Το σκάφος το υποδέχτηκαν οι αυτόχθονες με καταιγισμό από βέλη, αναγκάζοντας τους ανθρωπολόγους να φύγουν άρον-άρον, όχι βέβαια προτού αφήσουν σε άλλη πλευρά του νησιού τα δώρα που είχαν φέρει για τους Σεντινελέζους: ένα πλαστικό αυτοκινητάκι, μερικές καρύδες, ένα ζωντανό γουρούνι, μια κούκλα και μια κατσαρόλα.
Το συνεργείο περίμενε στα ανοιχτά για να δει τι θα γίνει. Οι γηγενείς βγήκαν ξαφνικά από τη ζούγκλα και στη νέα ομοβροντία από βέλη τραυματίστηκε στον μηρό ο διευθυντής της αποστολής. Οι ντόπιοι γελούσαν με καμάρι την ώρα που κάποιοι άλλοι έσφαξαν και έθαψαν το γουρούνι και την κούκλα. Πήραν πάντως μαζί τους τις καρύδες και την κατσαρόλα.
Το 1975, ο βασιλιάς Λεοπόλδος Γ’ του Βελγίου αγκυροβόλησε στα ανοιχτά του Βόρειου Σέντινελ, στο πλαίσιο της κρουαζιέρας του στα Άνταμαν, τον συμβούλευσαν ωστόσο να μην πατήσει πόδι στις ακτές.
Έκτοτε, τόσο το 1977 όσο και το 1981, δύο εμπορικά πλοία ναυάγησαν στις ακτές του και οι διασωστικές αποστολές βρήκαν μερικές μέρες αργότερα μόνο τα γυμνά σκαριά τους. Λίγο αργότερα, ένα τρίτο πλοίο εξόκειλε λίγο έξω από τις ακτές και ο καπετάνιος ειδοποίησε μέσω ασυρμάτου για επείγουσα παροχή όπλων, μιας και έβλεπε στις ακτές τους Σεντινελέζους να φτιάχνουν σχεδίες με σκοπό να επιτεθούν!
Η καταιγίδα δεν επέτρεψε την παροχή συνδρομής, την ίδια ώρα ωστόσο η θαλασσοταραχή εμπόδισε και τους ντόπιους να τους προσεγγίσουν. Το πλήρωμα σώθηκε μια βδομάδα αργότερα από ελικόπτερο μιας ινδικής πετρελαϊκής.
Το 1980, μια ομάδα ανθρωπολόγων πήραν μερικούς κατοίκους από τα γειτονικά νησιά και αποβιβάστηκαν, πάντα με ένοπλη συνοδεία, στο Βόρειο Σέντινελ μπας και αναγνωρίσουν οι γείτονες καμιά λέξη της γλώσσας των Σεντινελέζων. Στις σύντομες και ιδιαιτέρως εχθρικές ανταλλαγές, κανείς δεν κατάλαβε έστω και μία λέξη από την ντοπιολαλιά του Βόρειου Σέντινελ.
Ένας ινδός ανθρωπολόγος πάντως, διευθυντής του Ανθρωπολογικού Ινστιτούτου της Ινδίας, είπε πως αυτός και οι συνεργάτες του έκαναν μια ειρηνική επαφή με τους Σεντινελέζους τον Ιανουάριο του 1991, αν και αυτή θα ήταν μια από τις τελευταίες απόπειρες της Ινδίας να μάθει τα ήθη και τα έθιμά τους. Κάθε επαφή Ινδών και Σεντινελέζων σταμάτησε επισήμως το 1997, καθώς μέχρι τότε οι απόπειρες είχαν κριθεί ολότελα αποτυχημένες.
Όπως μας λένε πάντως οι ινδικές αναφορές, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 οι ντόπιοι επέτρεπαν στις αποστολές να προσεγγίσουν στις ακτές και κάποιες φορές τους χαιρετούσαν κιόλας άοπλοι. Λίγα λεπτά μετά ωστόσο, όσο το σκάφος έκανε να πλησιάσει κι άλλο, οι γηγενείς τους προειδοποιούσαν με χειρονομίες και βέλη που εκτόξευαν στις βάρκες, χωρίς αιχμές όμως.
Οι Σεντινελέζοι επιβίωσαν από το καταστροφικό τσουνάμι του Ινδικού Ωκεανού το 2004, το οποίο έπληξε το νησί τους και το ανασήκωσε μάλιστα αρκετά μέτρα. Τρεις μέρες μετά τον σεισμό, ένα διασωστικό ινδικό ελικόπτερο πέταξε στο νησί για να επιθεωρήσει την κατάσταση, το υποδέχτηκαν όμως οι Σεντινελέζοι με βέλη και πέτρες.
Τελευταία τραγική επαφή, τον Ιανουάριο του 2006, όταν δύο ψαράδες παρασύρθηκαν από τα ορμητικά νερά και βγήκαν στις ακτές του Βόρειου Σέντινελ, όπου κατακρεουργήθηκαν κυριολεκτικά από τους γηγενείς. Το ελικόπτερο της Ινδικής Ακτοφυλακής που πήγε να περισυλλέξει τις σορούς δεν κατάφερε να προσγειωθεί, καθώς το υποδέχτηκαν ξανά με τα φαρμακερά τους βέλη.
Πώς ζουν
Σχετικά κοντόσωμοι, με σκούρο δέρμα και αφρικανικά χαρακτηριστικά, οι Σεντινελέζοι μοιάζουν με τους άλλους πληθυσμούς των Άνταμαν, αν και ο πολιτισμός τους παραμένει εντελώς άγνωστος. Οι ανθρωπολόγοι θεωρούν πως είναι κοινωνίες τροφοσυλλεκτών, κυνηγών και ψαράδων και δεν έχουν εξελιχθεί σε επίπεδο υλικού πολιτισμού από τη Λίθινη Εποχή.
Ούτε αποδείξεις για καλλιέργειες έχουμε ούτε και για δικά τους μεταλλικά αντικείμενα. Χρησιμοποιούν πάντως με εφευρετικό τρόπο τα πράγματα που ξεβράζονται στις ακτές τους ή αρπάζουν από ναυάγια, ενσωματώνοντας συνήθως τον σίδηρο στην καθημερινότητά τους και βελτιώνοντας τα όπλα τους, το δόρυ κ το τόξο. Τα βέλη τους είναι μάλιστα τριών τύπων, ένα για ψάρεμα, ένα για κυνήγι και ένα για πόλεμο.
Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των Ινδών, ο αριθμός τους αποτελεί ζητούμενο. Οι επίσημες καταγραφές κάνουν λόγο από 50-400 νοματαίους, καθώς όλες οι απόπειρες απογραφής τους γίνονται αναγκαστικά από πολύ μακριά. Στην απογραφή του 2011, για παράδειγμα, μέτρησαν 15 ανθρώπους που κατέβηκαν ως την ακροθαλασσιά!
Παρά το γεγονός ότι είναι τυπικά ινδικό έδαφος, οι Σεντινελέζοι ζουν ελεύθεροι και ωραίοι με τον τρόπο που έχουν επιλέξει. Όπως λέει εξάλλου το ινδικό κράτος, λειτουργούν ανεξάρτητα και αυτόνομα, καθώς έχουν αναγκάσει ακόμα και τους «κηδεμόνες» τους να περιπολούν στα ανοιχτά του Βόρειου Σέντινελ για να αποτρέψουν κάθε επικοινωνία ξένου με δαύτους…
0 Response to " Το νησί που αν πατήσεις το πόδι σου θα χάσεις αμέσως τη ζωή σου! "
Δημοσίευση σχολίου